Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2007

Οι τρελλοί της Πολυκατοικίας μου (ή αλλιώς "Η Κατοικία Των Θεών")

Όπως οι περισσότερες πολυκατοικίες των Βορείων Προαστίων, έτσι κι η δική μου, έχει ένα μάτσο τρελλαμένους γέρους και καραϊδιότροπους νέους.

Η ιστορίες που θα αφηγηθώ είναι αληθινές και περιμένω απαντήσεις και περιγραφές σε χειρότερες!

Εν μέσω πολλών τρελλών καταστάσεων, η πολυκατοικία μας απαρτίζεται κι από μία τρελλή "καθωσπρέπει" διαχειρήστρια η οποία είναι βασικώς ανύπαρκτη, εκτός εάν στείλει ξανά εκείνα εκεί τα εύθυμα (?) και πνευματώδη (?) μηνυματάκια στον καθρέφτη του ασανσέρ.

Οι συνελεύσεις συνήθως θυμίζουν γαλατικό χωριό με κάτι από Μανταλένα και "Αλλος για τη βάρκα μας"...

Το σπίτι μου βρίσκεται σε ένα στενό 100 μέτρα από τον κεντρικό, και είναι διπλή πολυκατοικία - έχει 2 εισόδους/εξόδους, πάρκινγκ και πυλωτή με δρομάκια σε αυτές τις εισόδους - εξόδους. Απ' τη μία πλευρά του κτιρίου (αυτή που θεωρήται και "κεντρική είσοδος") υπάρχει η μεγάλη πόρτα της εισόδου, και δίπλα ένα μικρό μονοπατάκι που οδηγεί στο αδιέξοδο της οδού και ένα πάρκινγκ τριών θέσεων. Απ' την άλλη μεριά, υπάρχει μόνο ένα δρομάκι που οδηγεί στη δεύτερη είσοδο-έξοδο και σε μία πλατιά και χαμηλή πόρτα πάρκινγκ που ανήκει στο Νηπειαγωγείο που είναι ακριβώς δίπλα κι ενώνεται με το οικόπεδο της πολυκατοικίας.

Μιά μέρα λοιπόν, ηλιόλουστη νύχτα (μη χέσω) γύριζα από τη σχολή μου κατά τις 23:00 (σχολούσα στις 22:00 κι έκανα και κανα 45άλεπτο στο λεοφωρείο), και αντικρίζω τη πόρτα. Μία καγκελένια πόρτα που έβλεπα πρώτη φορά (η δεύτερη είσοδος δεν είχε ποτέ πόρτα), και όχι μοναχά αυτό, ήταν και κλειδωμένη!

Αυτό σήμαινε πως έπρεπε να κάνω τα 100 μέτρα στον κεντρικό, τον γύρο του τετραγώνου κι άλλα 100 μέτρα για να φτάσω στην άλλη είσοδο, η οποία δεν ήταν ποτέ κλειδωμένη.

Το χειρότερο; Ήθελα τουαλέτα. Απεγνωσμένα.

Έκανα τον γύρο, τί άλλο να έκανα; Να πήγαινα στα θαμνάκια να ανακουφιστώ; Δε νομίζω!

Ρωτάω τους γονείς μου τί έγινε με τη πόρτα και μου είπαν πως δεν είχαν ιδέα καμμία για την ύπαρξή της.

"Δημοκρατικότατο", σκέφτηκα, και περίμενα μιά μέρα από κείνες να πάρω μία απάντηση.

Η απάντηση, όταν ήρθε μαζί με τα κλειδιά της πόρτας, ήταν η πιό κουφή που περίμενα ποτέ να ακούσω σε μία πολυκατοικία που στη γενική είναι ολίγον τί ξέφραγο αμπέλι...

"Ε... Ρώτησα την κυρία Α... Μου είπε πως έτσι προλαμβάνουν τους κλέφτες..."

"Παρακαλώ;"

"Ναι, μου είπε πως αν κλειδώνουμε τη μία μεριά της πολυκατοικίας δε θα μπορεί να ξεφύγει."

"Πλάκα μας κάνει"

Η μάνα μου είχε ήδη αρχίσει να γελάει ενώ μου μετέφερε τα ακριβή λόγια της θεοσεβούμενης κυρίας Α...

"Μα", της λέω,"είναι τελείως καμμένη; Αφού και πεντάχρονος πηδάει τη χαμηλή πόρτα του πάρκινγκ του Νηπιαγωγείου!"

"Μη μου το λες εμένα, εγώ το ξέρω", μου είπε.

Κι είχα μείνει με το κλειδί στο χέρι, μη πω τίποτα χειρότερο.

Εκτός του ότι θα μπορούσε να πηδήξει τη κωλόπορτα, τί σκατά θα κανε η γριά; Θα του κανε κεφαλοκλείδωμα να μή φύγει, ή μήπως ο κάθε κακοποιός θα νοιαστεί να μή της ρίξει καμμία κατακούτελα και μετά να τη "κάνει" κύριος;

Ποιοί αποφάσισαν την πόρτα; Οι γέροι (και μιλάω σοβαρά, δεν είναι ρατσιστικό) της μπροστινής μεριάς. Που δε χρησιμοποιούν ΠΟΤΕ την πόρτα.

Γιατί με ενόχλησε τόσο η πίρτα θα με ρωτήσετε..

  • Είναι εκεί με τη πιό ηλίθια δικαιολογία του πλανήτη.
  • Κόβει έναν "αόρατο" δρόμο από το ένα στενό στο άλλο και που συνήθως χρησιμοποιήται από νέα παιδιά
  • Τη κλειδώνουν μέσα στο μεσημέρι. Ελεος;
  • Στη περίπτωση που κάποια κοπέλα βιαστεί (γιατί είναι πυχτό σκότος εκεί πέρα) θα νοιαστεί κανά πουρό; Οχι, αυτοί ζήσανε και τώρα δεν αφήνουν εμάς.
  • Γιατί μπήκε με το "έτσι θέλω".

Κι έτσι αποφάσισα τον προηγούμενο χειμώνα να καταστρέφω τις πόρτες!

Οντως, τη μία φορά πήρα τη κλειδαριά κι έφυγα, την άλλη έσπασα επίτηδες το κλειδί μου μέσα, και την τελευταία φορά έριξα σιλικόνη στη κλειδαρότρυπα.

Το αποτέλεσμα; Η πόρτα είναι ακόμα εκεί!!!!

Δε μασάνε φίλε!!!

Θα μου πείτε, γιατί δεν συζητάτε για τη πόρτα;

Πολύ απλά γιατί ο Μ.Ο. ηλικίας της κατοικίας είναι κοντά στα 75 και αυτή η γενιά ανθρώπων δε συνήθιζαν να συζητούν αλλά μόνον να πράττουν.

Ειλικρινά... απορώ... δεν έχω λόγια...

Το άλλο σκηνικό είναι ένα κομμάτι γης κάτω από το μπαλκόνι του πρώτου ορόφου στη πίσω πολυκατοικία.

Το σπίτι χτίστηκε το 75 έπειτα από αντιπαροχή. Λογικό.

Ο τσιφλικάς λοιπόν..... εεεεεεεεεε συγνώμη ο πρώην ιδιοκτήτης εννοώ, θεώρησε όμορφο και καλαίσθητο ένα μέρος της πυλωτής (ειδικά κάτω από τα μπαλκόνια) να το κάνει αποθήκη και να το κλειδώνει, λες και πρόκειται για τη φιλοσοφική λίθο.

Τί σήμαινε το κλείδωμα;

  • Δε σου πέφτουν πράγματα κάτω. Δε τολμάς να σου ξεφύγει κάτι από το χέρι.
  • Αν τελικά σου ξεφύγει κάτι από το χέρι, είσαι έρμαιο του τσιφλικά να σου δώσει τα κλειδιά για να σου ανοίξει.
  • Ποντίκια. Πολλά από αυτά, αλλά εγώ έχω γάτες και χέστηκα!

 

Το χειρότερο σενάριο έγινε πραγματικότητα το 2000.

Η γατούλα μου έχασε την ισορροπία της (έχει ένα πρόβλημα με το ποδαράκι της) κι εκεί που καθόταν, έπεσε κάτω. Στο χάος.

Εμεινα μιά ολάκερη νύχτα έξω από τη κλειδωμένη πόρτα παρακαλώντας την να έρθει σε μένα. Ελα όμως που όταν είναι φοβισμένη δεν ακούει κανέναν.

Ο πατέρας μου έσκισε τα πόδια του για να ανέβει το τσιγκελωτό συρματόπλεγμα (λες και μιλάμε για αποθήκη πυρομαχικών, ΕΛΕΟΣ) και να τη ψάξει με το φακό. Της φώναζε, τίποτα αυτή.

Μόλις ξημέρωσε, χτυπήσαμε στον Τσιφλικά (Θεός σχωρέστον - πράμα δύσκολο) και κατέβηκε κάτω με την αιθέρια γυναίκα του (το αιθέρια μη το λάβετε τοις μετρητοίς) για να μας δώσουν το κλειδί και μετά να πάνε παραλία...

Ανοίγω... ψάχνω από κάτω από τα σκουριασμένα σίδερα και το σκουπιδολόϊ και τελικά μου κάνει νιάου, αφού με είδε.

Εκεί που εγώ έχω κατουρηθεί που το πζιπζί μου είναι καλά κι είναι εδώ για να το πάρω πάλι στα ασφαλή του μαξιλάρια και το φρέσκο φαγητό της, ακούω τη φάλαινα του Τσιφλικά (τί μου φταιν τα ψάρια;) "Εντάξει πως κάνετε έτσι, γάτα είναι".

Οχι, δε το είπε περί αντοχής. Το είπε υποτιμητικά, τύπου "Μα, έμεινες μιά νύχτα στο κρύο για μία γάτα;"

Δεν είναι μία γάτα. ΕΙΝΑΙ Η ΔΙΚΗ ΜΟΥ ΓΑΤΑ.

Αλλά το κατάπια.

Κι η γάτα μου το ίδιο.

Δηλαδή δε τους καταλαβαίνω. Δε θα' πρεπε αφού είμαστε ένοικοι ενός κτίσματος να έχουμε κατανόηση;

Δηλαδή θα τους άρεσε να ψοφήσουν στο σπιτάκι τους και να τους βρεί κάποιος μετά που θα έχουνε βρωμίσει;

Ελεος δηλαδή, κι αυτά είναι τα πιό σοβαρά σκηνικά που μου έτυχαν μέχρι στιγμής... ΤΙ ΝΑ ΠΩ!